Εισήγηση για την "Ανθολογία Μπονζάι ΄14" (εκδ.Γαβριηλίδης, 09.01.2015) Ανθολόγοι: Ηρώ Νικοπούλου - Γιάννης Πατίλης

  

 Όψεις και κατόψεις ενός νέου οικήματος

Μικρό σκαρίφημα οδοιπορικό
 
Ήταν πάνω στην εμφάνιση της κρίσης, την ώρα που οι πε­ρισ­σότεροι κοιτούσαν να περικόψουν τις δαπάνες τους και να μην κάνουν νέα ανοίγματα· τότε ακριβώς, που απο­φασίσαμε με τον Γιάννη Πατίλη να φτιάξουμε ένα και­νούρ­­γιο σπίτι.
Η κοινή μας αγάπη και ενασχόληση με την λο­γο­τεχνία, μας κάνει να συζητάμε με τις ώρες για κείμενα δικά μας και άλλων, για μορφές και ρεύματα, για τάσεις και στάσεις προ­σώπων και εντύπων, συχνά με τέτοιο πάθος που η Ρω­ξάνη, η σοφή μας γάτα, μπαίνει στη μέση και πηγαι­νο­έρ­χε­ται ανή­συχη προσπαθώντας να μας μοιράσει τα δίκια. Η α­γάπη όμως για τη μικρή φόρμα ήταν κοινή κι εύκολα συμ­φω­νήσαμε στα σχέδια του νέου σπιτιού της. Κάπως έτσι, τον Νοέμβριο του 2009 στο πο­­λυμορφικό γραφειο-εργαστηριό-σπιτο ενδιαίτημα της Νέας Σμύρνης και ώρα απογευματινή γεννήθηκε η ιδέα για το ιστολόγιο Ιστορίες Μπονζάι.
Τον ίδιο περίπου καιρό, τον Δεκέμβριο του 2009 μετά και από σχετικές συζητήσεις που κάναμε με τον συνεργάτη και φίλο, συγγραφέα και μετα­φραστή Βασίλη Μανουσάκη, αποφα­σί­σα­με να κάνουμε στο Πλανόδιον δύο αφιερώματα μικρού διηγή­ματος· αγγλόφωνο κι ελληνικό. Στο οπισ­θό­φυλλο του τεύχους 47 δημοσιεύθηκε σχετική πρόσκληση συμμετοχής που μιλούσε για μικρά διηγήματα με πλοκή έως 750 λέξεις. Οι πρώτοι κανό­νες/όροι/όρια είχαν μπει. Οι τρεις τόμοι που ακολούθησαν από το έντυπο Πλανόδιον με την συνεπιμέλεια και των τριών, άρ­δευαν και ταυτοχρόνως προί­­κι­ζαν με ύλη, το ιπτάμενο ψηφι­α­κό ιστολόγιο «Ιστορίες Μπον­ζάι» που εν τω μεταξύ πήρε --αν και άυλη-- μορφή και υπόσταση στον ιστοχώρο, τον Απρίλιο του 2010, διατηρώντας ωστόσο όλα τα τυπογραφικά μεράκια που υπήρχαν και στο έντυπο Πλανόδιον μέχρι κεραίας ή για την ακρίβεια μέχρι βαρείας.
Το ταξίδι είχε αρχίσει.
 
Προσωπικά, με την μικρή φόρμα έχω καημό και πάντα με ενέπνεε και με καθοδηγούσε η άποψη του Μόρχες ότι δεν χρειάζεται να γράφουμε μυθιστορήματα/ποταμούς την στιγμή που μπορούμε να πούμε τα ίδια στις λίγες σελίδες ενός διηγήματος. Θεωρώ πως εί­ναι πολύ δύσκολο να αποδοθούν αφηγηματικές περι­πλο­κότητες με λίγες λέ­ξεις και βρίσκω εξαιρετικά ενδια­φέ­ρουσα την δυνατό­τη­τα της δημιουργικής εμπλο­κής του αναγνώστη, που συμβαίνει μόνο όταν αφήνεται χώρος και σ΄ αυτόν, δηλαδή όταν δεν είναι όλα ειπωμένα και λυμένα από τον συγγραφέα.
 
Τέσσερα χρόνια τώρα διαβάζουμε και ξεχωρίζουμε κεί­με­να, και από τα πολυάριθμα που μας στέλνουν, και αποθησαυ­ρίζοντας από παλαιότε­ρες συλ­λογές διηγημάτων, και όσον α­φο­ρά στα ελληνικά -έστω δειγματο­ληπτι­κώς- επιλέγουμε κεί­μενα από την αρχαιότητα και τον μεσαίωνα μέχρι τους νεώ­τερους χρόνους, και τον 19ο  και 20ο αιώνα. Η ικανοποίηση που νιώ­θω με κάθε επιλογή και ανάρτηση, είναι μεγάλη για διαφο­ρε­τικούς λόγους κάθε φορά. Άλλοτε γιατί συστήνουμε στο ελ­ληνικό αναγνωστικό κοινό για πρώτη φορά έναν ξένο συγγραφέα ελάχιστα γνωστό στην Ελλάδα, μέσα από ένα αφιέρω­μα με την πολύτιμη συνεργασία των φίλων/μετα­φρα­στών μας πάντα απ’ ευθείας από την γλώσσα του πρωτό­τυπου, όπως για πα­ρά­δειγμα τον Βιεννέζο Άλτεν­μπερ­γκ που παρου­σιά­ζεται αυτό τον καιρό με εμβρίθεια από τον φίλο και συνερ­γάτη Συμεών Στα­­μπου­λού,. Άλλοτε, πάλι γιατί ανακαλύ­πτουμε στο δίκτυο πως υπάρχουν ήδη δραματοποιημένα ενδια­φέροντα φιλ­μά­κια, για τα αναρ­τη­μένα μας διηγήματα, τα οποία αξιοποιούμε κι εμείς εμπλου­τί­ζοντας την ύλη μας.
Έπειτα, υπάρχει εκείνη η ξεχωριστή χαρά όταν ξανα­να­καλύπτεις ξεχασμένους συγγραφείς, λησμονημένα κείμε­να που όμως διατηρούν τα αρώματά τους ακόμα και σήμερα, κι αξί­ζουν την προσοχή μας, παράδειγμα η Κωνταντι­νου­πολί­τισ­σα Αλεξάνδρα Παπα­δοπούλου ή ο Αθανάσιος Γκράβαλης, κ.α.. Επίσης, το γεγονός ότι με το ιστολόγιο Ιστορίες Μπονζάι καθώς και με την τωρινή έντυπη Άνθολογία συμ­με­τέχουμε στην εξά­πλωση της νέας αυτής λογοτεχνικής φόρ­μας και στην διαμόρ­φωση της αισθητικής της.
Τώρα, όσον με αφορά προσωπικά, έχουν υπάρξει και πε­ρι­­πτώσεις πιο δημιουργικής εμπλοκής μου, όπως συνέβη με το γνωστή φράση, το εξαιρετικό νανοδιήγημα που αποδίδεται στον Έρνεστ Χέμινγουέϊ: «Προς πώληση: παιδικά παπούτσια, εντελώς αφόρετα.»
Στη συγκε­κριμένη ιστορία πάντα με δαιμόνιζε το σχεδόν αυτονόητο μελό σκηνικό. Έβαλα λοιπόν ένα στοίχημα με τον εαυτό μου κι έγραψα ένα διήγημα με τίτλο Τα Δώρα -το οποίο μπορείτε να βρείτε αναρτημένο στο ιστολό­γιο- που έχει ίδιο θέμα αλλά αντιστρατεύεται και αντιστρέφει εντε­λώς το μελο­δραματικό τόνο που υπο­βάλ­λει το κείμενο του Χέμι­νγουέϊ.
Σίγουρα, όλα αυτά είναι δώρα του ταξιδιού. Και μιλάμε για μεγάλο ταξίδι με πλούσιο φορτίο, γι’ αυτό και το σπίτι­/κι­βωτός που προσπαθήσαμε να φτιάξουμε με τον Γιάννη είναι όσο γίνεται πιο ευρύχωρο. Έχει κεντρικό χώρο υποδοχής της κάθε νέας ανάρτησης, και πολλές διακλαδώσεις. Αριστερά βρί­σκονται: συνεντεύξεις συγγραφέων, οι μετα­φρα­στές των 12 γλωσσών, βιντεοσκοπημένες αναγνώσεις, θέματα, για παρά­δειγ­μα: έρωτας, θάνατος, οικογένεια, κ.α.. Δεξιά μας συναντά­με το Ημερολόγιο Κατα­στρώματος, κεί­μενα αναφοράς σχετικά με το μικροδιήγημα, την μεγάλη λίστα των παλαιών και νεό­τερων συγγραφέων που φιλοξε­νού­νται, και τα ονόματα ελ­­λή­νων συγγραφέων που έχουμε μεταφράσει στα αγγλι­κά, α­νοί­­­γοντας με αυτόν τον τρόπο ένα παράθυρο και για τον αγ­γλό­φωνο αναγνώστη.
Για να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος του εγχειρήματος με όρους του έντυπου κόσμου, μια που η δικτυακή εικόνα μας εξαπατά, μιλάμε για ένα υλικό που θα ισοδυναμούσε με πε­ρίπου 2.000 εκτυπωμένες σελίδες Α4 μέχρι σήμερα, που θα μπο­ρού­σαν να μετα­φρα­στούν σε δύο (2) τροφαντούς τόμους των 1000 σελίδων έκαστος, ή σε 8 τεύχη των 250 σελίδων το καθένα.  
Μια Ανθολογία από το υλικό αυτό –στην ουσία μια Αν­θολογία Ανθολογίας, την σκεφτόμασταν από και­ρό και μά­λιστα σε ετήσια βάση, και χαιρόμαστε ιδιαίτερα αυ­τή την έκδο­ση, γιατί είναι ο τρόπος με τον οποίο επι­στρέ­φουμε την δου­λειά μας στο κόσμο από τον οποίο προερ­χό­μαστε, στον κόσμο του έντυπου βιβλίου.
Και συνεχίζουμε να απο­λαμβά­νου­με το ταξίδι.
         
                                                          Νέα Σμύρνη
                                                          Ηρώ Νικοπούλου 05.01.2015
 
Τελευταία Ανανέωση:
Πέμ, 01/15/2015 - 10:17